Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2012

Ηθελα να σας φερω το μηνυμα.

Μια και το σωμα δε μπορεσε ετσι δειλο κι ανημπορο πολεμα ψυχη μου εσυ..
Δεσε τα κουρελια με σπαγγους και ζεστανε τα ξυλιασμενα δαχτυλα των ποδιων μου.
Κρατησε τον αγερα που φυσαει μεσα απ τα χαλασματα..Βοηθησε να ξημερωσει η μερα
να βγει ενα φως κι ας ειναι θαμπο και κουρασμενο..
Εβρεχε ατελειωτα..Με χερια και με ποδια μπουσουλουσα μεσα στη λασπουρια.
Επρεπε να φτασω για να σας φερω το μηνυμα.
Το σωμα μου σακατευτηκε και καθε βημα γινοταν βαρυτερο.
Ψυχη μου βοηθαμε να μη μεινω στο δρομο..
Εβαλα τα δυνατα μου να μπορεσω να κανω μια τελευταια προσπαθεια να σταθω στα ποδια μου.
Δεν ελεγε να ξημερωσει..Γυρω μου ουρλιαζαν τα τσακαλια.Προσπαθησα να δω μες το σκοταδι
τιποτα δεν εβλεπα.Αφουγκραστηκα στο χωμα για να βρω τον δρομο των ζωντανων.
Προχωρησα μες τη βροχη εναντια στον ανεμο τα ματια μου θολωσαν σταματησα
πηρα μια ανασα με προσπαθεια..Τοτε σαν ισκιος ηρθε εκεινη ειχε μια ζεστη στα ματια της.
Μ αρπαξε στην αγκαλια της και κολλησε τα χειλια της στα δικα μου.Ηθελε να με βοηθησει
να μου δωσει ξανα την ανασα μου να μου δωσει ζωη..
Τα ματια μου κουρασμενα βασιλευανε...Νυσταζα θα χανομουν μεσα σε κεινο το μερος..
Φωναξε δυνατα και η κραυγη της ξεσκισε την ερημια ενα γυρω..
Ανοιξα τα ματια μου.Εκλεγε απελπισμενα.Περιμενε περισσοτερα απο εμενα..
Σηκωθηκα..Γονατισα Επεσα τα χερια μου λυγισαν.Εμπειξα τα νυχια μου στο χωμα για να κρατηθω. Αρχισα ν αρκουδιζω. Δεν επρεπε να μεινω εκει..
Απλωσα τα χερια μου να πιαστω απο τις ζεστες παλαμες της να βοηθειθω στον αγωνα μου
για να ζησω τωρα που ειχε καποιο νοημα η ζωη μου
Να μπορουσα να την αγκαλιαζα και να σηκωνομουνα ορθιος.Να βρεθει καποιο δεντρο να
στηριξει το σωμα μου.Σχεδιαζα με το νου μου αριθμους και εικονες για να κρατηθω ξυπνητος.Το κρυο δυναμωνε.Πεταξα τις τυψεις που με βαραιναν και λευτερωθηκαν οι πλατες μου...Ψευτοχαραζε η αυγη.Γρηγορεψα το περπατημα πηρα θαρρος ελεγα πως θα φθασω
για να σας φερω το μηνυμα..Ενας τοπος ολογυμνος απλωνοταν μπροστα μου.Ενα μερος που το εδερνε λυσσασμενα ο ανεμος.Δεν υπηρχε δρομος να οδηγει καπου.Τιποτα δεν φαινοταν
τρομαζα μ αυτο το τιποτα..Εκανα πισω ελπιζοντας να παρω αμπαριζα απο κατι που θα στεκοταν ορθιο αλλιως υπηρχε κινδυνος να πιαστω αιχμαλωτος και να πρεπει να μεινω
ακινητος για παντα σ αυτο το μερος..Αντι για βοηθεια περασε ενα αλογο καλπαζοντας.
Με σκεπασε η καταχνια. Πισω και μπρος μου δεν εβλεπα τιποτα.Ειπα να προχωρησω με
απλωμενα τα χερια.Κρυα πουντιασμενα εψαχναν για λυσεις στ αδιεξοδα.
Βουλιαζοντας στην υγρη επιφανεια ξεχυθηκα σαν ζωο που λαχταρα να βοηθησει τα παιδια του..Μεσα στο μυαλο μου ετρεχα ομως το σωμα μου σερνοταν.Εφευγα χωρις να πηγαινω πουθενα.Τα πιστευω μου οι ιδεες τα ονειρα και οι ελπιδες μου κινδυνευαν να χαθουν.
Αχ θεε μου βοηθησε για να μπορεσω να φερω το μηνυμα..Βοηθησε με να προχωρησω...